Αγιολογικά

Ησαϊας Προφήτης

Ο Προφήτης Ησαΐας, υιός του Αμώς, γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα περί το 774 π.Χ. Υπήρξε ο πρώτος μεταξύ των τεσσάρων μεγάλων Προφητών. Το όνομά του σημαίνει «ο Θεός σώζει». Κατά την αρχαία ραββινική παράδοση ο πατέρας του ήταν αδελφός του βασιλιά των Ιουδαίων Αμασία, ενώ η κόρη του φέρεται να είχε παντρευτεί τον βασιλιά Μαννασή. Ο Προφήτης Ησαΐας ήταν έγγαμος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά, τα οποία αναφέρονται στις Προφητείες του. Κλήθηκε στην προφητική διακονία κατά το 738 π.Χ., τελευταίο έτος της βασιλείας του Οζία και πρώτο έτος της βασιλείας Ιωάθαμ. Η εποχή κατά την οποία έζησε ο Ησαΐας ήταν πολύ δύσκολη για το Ισραηλιτικό βασίλειο. Οι συμπατριώτες του είχαν εκτραπεί σε υλιστικές συνήθειες και δεν υπολόγιζαν αδικίες και παρανομίες. Οι ιερείς ήταν μέθυσοι, οι ψευδοπροφήτες οργίαζαν, οι άρχοντες ήταν κλέφτες. Εξαιτίας της αμαρτωλότητας και ασέβειας που κυριαρχούσε, με σκοπό την παιδαγωγία, την επιστροφή του λαού και την υπακοή στον θείο νόμο, ο Θεός επέτρεπε συμφορές και θλίψεις, ιδιαίτερα τις καταστρεπτικές επιδρομές ξένων λαών. Το έργο του Προφήτη Ησαΐα έλεγξε την αμαρτωλότητα και την ασέβεια, καταδίκασε αυστηρά την αποστασία και την ειδωλολατρία και κάλεσε το λαό του Ισραήλ σε μετάνοια και επιστροφή στο Θεό. Το ιερό λείψανό του Προφήτη μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β' (408 - 450) και κατατέθηκε στο ναό του Αγίου Μάρτυρα Λαυρεντίου, πλησίον των Βλαχερνών.